
Καθόμασταν στο μπαλκόνι μας, όταν είδαμε το γερανοφόρο όχημα να έρχεται. Ήταν πρωί, η ώρα που διαβάζαμε το εδάφιο της ημέρας. Και την αρχή νόμιζα ότι ήταν από τον Δήμο Αθηναίων για να κόψει κάποια από τα κλαδιά της αγριοσυκιάς, ξέρετε, αυτής που κοντεύει να ρίξει τον τοίχο στην Κλειούς. Αλλά έκανα λάθος, καθώς κατέβηκα να δω από κοντά. Δε ρώτησα και δεν έμαθα ποτέ από πού ήταν, αλλά ο άνθρωπος προσπαθούσε να αλλάξει τη λάμπα.

Ο δημόσιος φωτισμός είναι ένα αγαθό που σε κάνει να νοιώθεις μια κάποια ασφάλεια στην Αθήνα και τον χρειάζεσαι. Όποια υπηρεσία κι αν ήταν, ως πολίτης, αισθάνθηκα καλά. Ότι δηλαδή κάποιος με προσέχει, ανταποκρινόμενος στην ευθύνη του . Κι ότι πόλη δεν είναι μόνο το τουριστικό κέντρο, αλλά και οι μικρές γειτονιές, πέρα από αυτό και χάρηκα διπλά. Διότι μερικά πράγματα τα θεωρούμε δεδομένα, αλλά δεν είναι.

Ο άνθρωπος πάνω στο βαγονέτο ήταν πολύ υπομονετικός και προσεκτικός. Φυσικά και δεν άνοιξα συζήτηση μαζί του, έμοιαζε να είναι αδύνατο και δεν το επιδίωξα καν. Έμεινα όμως πολύ ικανοποιημένος που τον έβλεπα να εργάζεται. Μόνος του. Ήταν ο οδηγός του οχήματος που φρόντισε να το παρκάρει σωστά , ανέβηκε να κάνει την εργασία του. Τελικά κάποια πράγματα που θα έπρεπε να τα θεωρούσαμε αυτονόητα μας ξαφνιάζουν ακόμα θετικά. Το εισπράξατε φαντάζομαι μέσα από αυτό το σημείωμα.