Αρχική » 2025 (Σελίδα 4)
Αρχείο έτους 2025
Ένα «παλάτι» γνώσης στην καρδιά της Αθήνας

Περπατώντας στην πολυσύχναστη πλατεία Μοναστηρακίου, ανάμεσα στη βουή της σύγχρονης πόλης και τους ήχους της αγοράς, το βλέμμα «σκοντάφτει» ξαφνικά σε κάτι μεγαλειώδες. Έναν επιβλητικό τοίχο και μια σειρά από κίονες που στέκονται εκεί σχεδόν δύο χιλιετίες, μάρτυρες μιας εποχής που η Αθήνα ήταν το πνευματικό κέντρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στο βάθος βρίσκονταν οι αίθουσες που φύλασσαν χιλιάδες παπύρους (“βιβλία”), ενώ υπήρχαν αμφιθέατρα για διαλέξεις και αίθουσες ανάγνωσης. Η οροφή ήταν επιχρυσωμένη και οι τοίχοι διακοσμημένοι με πίνακες και αγάλματα.

Καλωσήρθατε στη Βιβλιοθήκη του Αδριανού. Το πρώτο πράγμα που εντυπωσιάζει είναι το ύψος και η κομψότητα των κιόνων κορινθιακού ρυθμού. Αυτό δεν ήταν ένα απλό κτίριο· ήταν το μεγάλο δώρο του αυτοκράτορα Αδριανού (του μεγαλύτερου ίσως λάτρη του ελληνικού πολιτισμού) προς την πόλη της Αθήνας, γύρω στο 132 μ.Χ. Ο Αδριανός δεν ήθελε απλώς να φτιάξει μια αποθήκη βιβλίων. Ήθελε να δημιουργήσει έναν πολυχώρο πολιτισμού, ένα «Πανεπιστήμιο» της εποχής.

Εδώ βλέπουμε το δυτικό πρόπυλο, την επίσημη είσοδο. Αν μπορούσαμε να ταξιδέψουμε πίσω στον χρόνο και να περάσουμε ανάμεσα από αυτούς τους κίονες που βλέπετε στις εικόνες, θα αντικρίζαμε ένα θέαμα απαράμιλλης πολυτέλειας: Μια τεράστια ορθογώνια αυλή, μήκους 122 μέτρων, περιτριγυρισμένη από 100 κίονες φτιαγμένους από φρυγικό μάρμαρο (με τις χαρακτηριστικές μοβ φλέβες). Στο κέντρο υπήρχε ένας εντυπωσιακός κήπος με μια μακρόστενη δεξαμενή νερού, προσφέροντας δροσιά και ηρεμία για μελέτη.

Από το Αρκαλοχώρι στο ΑΠΘ και στο Μόναχο

Όποιος θέλει να μιλήσει με τον Λεωνίδα Ασκιανάκη πρέπει πρώτα να βρει ένα κενό στο ημερολόγιό του. Και αυτό είναι οργανωμένο με χειρουργική ακρίβεια – σε ημίωρα από τις πέντε το πρωί μέχρι τις έντεκα το βράδυ. Συναντήσεις; Μόνο διαδικτυακές. Θέμα συζήτησης; Μόνο το Διάστημα. Παρότι έχει τόσα διαθέσιμα «παράθυρα», τα ραντεβού του είναι κλεισμένα εβδομάδες πριν. Πολύς φόρτος για έναν 22χρονο. Πότε κοιμάται; «Τώρα είμαι στην τελική ευθεία», λέει αφοπλιστικά. «Δεν γίνεται να αφήσω το πρότζεκτ μου στη μέση».
Στη “Λειβαδιά”, η γεύση που νίκησε τον χρόνο

Περπατώντας στην Αθήνα του σήμερα, ανάμεσα σε βιτρίνες που αλλάζουν και κτίρια που μεταμορφώνονται, το βλέμμα μου έπεσε σε μια γωνία της Πλατείας Κάνιγγος. Οδός Κάνιγγος. Η ταμπέλα έγραφε «Η Λειβαδιά – από το 1965». Ξαφνικά, ο θόρυβος της πόλης χάθηκε. Το ημερολόγιο γύρισε 55 χρόνια πίσω. Ήταν τέλη της δεκαετίας του ’60. Τότε που η Αθήνα ήταν διαφορετική, πιο απλή, και εγώ νέος, με όρεξη για ζωή και άδειες τσέπες.

Θυμάμαι ακόμα την πρώτη φορά που στάθηκα σε εκείνη τη γωνία. Δεκαετία του ’70. Μόλις είχα έρθει στην Αθήνα. Παιδαρέλι στα 14-15 μου. Η μυρωδιά από το φρεσκοψημένο κρέας στα κάρβουνα σε τραβούσε από τη μύτη πριν καν στρίψεις στη Γλάδστωνος. Τότε, για εμάς, αυτό ήταν το «καλύτερο σουβλάκι της Αθήνας». Πέρασε μισός αιώνας και βάλε. Θα περίμενε κανείς πως όλα θα είχαν αλλάξει.

Όμως, μπαίνοντας ξανά στον ίδιο χώρο, ένιωσα πως ο χρόνος είχε κάνει μια εξαίρεση για χάρη της γεύσης. Το μυστικό της «Λειβαδιάς» παραμένει το ίδιο, πεισματικά αναλλοίωτο: Καλό κρέας, απλότητα και εκείνο το γενναιόδωρο, φρέσκο χωριάτικο ψωμί που συνοδεύει κάθε καλαμάκι. Χωρίς περιττές σάλτσες, χωρίς μοντέρνες παρεμβάσεις. Μια γεύση καθαρή, που σέβεται την ιστορία της.

Τα μανιτάρια του Αγησίλαου, στο Θραψανό!

Ο Αγησίλαος το έκανε πάλι το θαύμα του! Επέστρεψε στα γνώριμα λημέρια του στο Θραψανό και γύρισε με τα χέρια γεμάτα. Φρέσκα, άγρια μανιτάρια, από τα μέρη που βγαίνουν κάθε χρόνο, ελεγμένα και πεντανόστιμα. Έτοιμα να μεταμορφωθούν στον απόλυτο μεζέ για κρασί. Γιατί τα καλύτερα δώρα της φύσης, είναι αυτά που μοιράζεσαι με καλούς φίλους. Στο Θραψανό, η γη ξέρει να κρατάει τις υποσχέσεις της, αρκεί να ξέρεις πού να ψάξεις. Και ο Αγησίλαος ξέρει.

Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, πιστός στο φθινοπωρινό του ραντεβού, επισκέφθηκε τα «μυστικά» του περάσματα. Εκείνα τα συγκεκριμένα σημεία που μόνο ένας έμπειρος συλλέκτης γνωρίζει. Και η φύση τον ανταμείψε γενναιόδωρα. Τα μανιτάρια που βλέπετε δεν είναι απλώς μια τυχαία συγκομιδή. Είναι ελεγμένα, σίγουρα και διαλεγμένα με προσοχή και γνώση. Είναι η επιτομή της αγνής τροφής που φτάνει από τους λόφους του χωριού, κατευθείαν στην κουζίνα.
Η κυρία της Κολοκοτρώνη, αποκαλύπτεται…

Περπατώντας στην οδό Κολοκοτρώνη, πίσω ακριβώς από τη βουή της Σταδίου και τη σκιά της Παλαιάς Βουλής, το βλέμμα πέφτει πλέον αναγκαστικά ψηλά. Εκεί που για χρόνια βλέπαμε σκαλωσιές και μουντάδα, τώρα ξεπροβάλλει κάτι φωτεινό. Η Μπενάκειος Βιβλιοθήκη, ξυπνάει… Οι φωτογραφίες μιλούν από μόνες τους: Οι επιβλητικοί λευκοί κίονες στέκονται πλέον καθαροί μπροστά από τους φρεσκοβαμμένους τοίχους σε έντονη απόχρωση της ώχρας.

Κάτω χαμηλά, οι λαμαρίνες και τα γκράφιτι του εργοταξίου θυμίζουν πως η δουλειά δεν έχει τελειώσει ακόμα, αλλά ψηλά, το κτήριο έχει ήδη αρχίσει να διηγείται την επόμενη μέρα του. Ένα ιστορικό τοπόσημο της Αθήνας ετοιμάζεται να επαναλειτουργήσει, φέρνοντας λίγο ακόμα φως στο κέντρο της πόλης. Με γοργούς ρυθμούς προχωρούν οι εργασίες αποκατάστασης στο ιστορικό κτήριο της Μπενάκειου Βιβλιοθήκης.

Η όψη του κτηρίου, που βρίσκεται στο συγκρότημα της Παλαιάς Βουλής, έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει δραματικά. Όπως φαίνεται στις φωτογραφίες, η εξωτερική τοιχοποιία έχει αποκατασταθεί και χρωματιστεί με τους χαρακτηριστικούς τόνους του νεοκλασικισμού, ενώ η κιονοστοιχία έχει καθαριστεί, αναδεικνύοντας την αρχιτεκτονική αξία του οικοδομήματος.

Η ιστορία της βουκαμβίλιας του 7ου ορόφου

Στον 7ο όροφο του κτιρίου στη Νίσαιας, ανάμεσα στον αστικό ορίζοντα και τον ήλιο της Μεσογείου, μια βουκαμβίλια αποφάσισε φέτος να διηγηθεί τη δική της ιστορία. Δεν ήταν μια συνηθισμένη βουκαμβίλια. Ήταν η βουκαμβίλια του Κώστα και της Άννυς. Για καιρό, το φυτό μεγάλωνε διακριτικά, σκαρφαλώνοντας στην ξύλινη πέργκολα του μπαλκονιού. Τα φύλλα της ήταν καταπράσινα, υγιή, αλλά τα κόκκινα λουλούδια, τα περίφημα βράκτεια, εμφανίζονταν δειλά, σαν να φοβούνταν το ύψος.

Όμως, φέτος κάτι άλλαξε. Ίσως η αγάπη και η φροντίδα των ιδιοκτητών, ίσως οι ιδανικές συνθήκες του καλοκαιριού. Η βουκαμβίλια άρχισε να ξεχύνεται με μια σπάνια ορμή και ζωντάνια. Καθώς την παρατηρούμε στις φωτογραφίες, βλέπουμε ένα πραγματικό θρίαμβο του κόκκινου. Κάθε κλαδί, κάθε γωνιά της πέργκολας πλημμύρισε από το έντονο, φλογερό της χρώμα. Μετέτρεψε τη λευκή επιφάνεια του τοίχου σε έναν καμβά ζωής και πάθους.

Παυσίλυπο: Τα χρυσαφένια φύλλα της Καρδίτσας

Παρασκευή απόγευμα. Η εβδομάδα τελείωσε και η ανάγκη για αναπνοή είναι επιτακτική. Στην καρδιά της Καρδίτσας, υπάρχει ένα καταφύγιο που το ίδιο του το όνομα αποτελεί υπόσχεση: το πάρκο Παυσίλυπο. Αυτό το απόγευμα, η βόλτα εδώ είναι μια πραγματική «παύση λύπης». Καθώς περπατάμε στα βοτσαλωτά μονοπάτια, ο αέρας είναι δροσερός και μυρίζει χώμα και βρεγμένα φύλλα. Ο χειμώνας έρχεται, αλλά το πάρκο ζει…

Οι εικόνες που αντικρίζουμε είναι σαν πίνακας: Τα ψηλά δέντρα, με τους κορμούς τους ντυμένους με κισσό, υψώνονται προς τον συννεφιασμένο ουρανό, κρατώντας ακόμα τα τελευταία κίτρινα και πράσινα φύλλα. Κάτω, το έδαφος είναι στρωμένο με ένα παχύ χαλί από πεσμένα, χρυσαφένια φύλλα, θυμίζοντας μας πως ο χρόνος κυλά με τον δικό του ρυθμό. Η φύση ετοιμάζεται να κοιμηθεί, αλλά η ομορφιά της είναι στο απόγειο της.

Ακόμα και τώρα, ανάμεσα στους θάμνους, διακρίνουμε τις πινελιές χρώματος από τα χειμωνιάτικα λουλούδια στους κύκλους πρασίνου, μια μικρή αντίσταση στο γκρι του καιρού. Το Παυσίλυπο δεν είναι απλά ένα πάρκο, είναι η συνήθεια της πόλης. Είναι το σημείο συνάντησης, ο τόπος όπου: Τα παιδιά τρέχουν ξέγνοιαστα στην παιδική χαρά. Οι φοιτητές διαβάζουν στα παγκάκια. Τα ζευγάρια κάνουν τον ρομαντικό τους περίπατο. Τα παγώνια, το σήμα κατατεθέν του, κυκλοφορούν περήφανα ανάμεσα στα δέντρα.





























Δυστυχώς αυτή είναι η κατάντια του κράτους (όχι της Χώρας) και της τωρινής αδιάφορης τοπικής αυτοδιοίκησης!! Κρίμα....! Δεν υπάρχουν άνθρωποι…